- ἀποινί
- ἀποινίunpunishedindeclform (adverb)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αποινί — ἀποινί επίρρ. (Α) [άποινα] δίχως ποινή, ατιμωρητί … Dictionary of Greek
Σοκαράς — Ημιορεινός οικισμός (616 κάτ., υψόμ. 320), στην επαρχία Μονοφατσίου του νομού Ηρακλείου. Βρίσκεται στα βορειοδυτικά του Πύργου. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (15 τ. χλμ., 994 κάτ.), στην οποία ανήκουν και άλλοι τρεις μικρότεροι οικισμοί, το… … Dictionary of Greek